Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2011

Κάποιος να τους συνεφέρει…

Αναμφίβολα η κατάσταση στα κατεχόμενα μετά τα τελευταία τεκταινόμενα, δηλαδή την αντικατάσταση του λεγόμενου πρέσβη Καγιά Τουρκμέν από τον επικεφαλή της Επιτροπής Βοήθειας της Τουρκίας, Χαλίλ Ιμπραχήμ Ακτσά και τις διαδοχικές διαμαρτυρίες των Τουρκοκυπρίων για το οικονομικό πακέτο που προωθεί το Ψευδοκράτος σε συνεργασία με την τουρκική κυβέρνηση του Ερντογάν, έχει καταδείξει την αποφασιστικότητα, εγρήγορση και κινητικότητα των Τουρκοκυπρίων ν’ αντισταθούν στα επιβαλλόμενα μέτρα της ψευδοκυβέρνησης και της Τουρκίας , ωστόσο η τελευταία σπεύδει αυταρχικά να θυμίσει στην κοινή γνώμη πως η Τουρκία είναι που έχει τον πρώτο λόγο στη λήψη αποφάσεων για το δήθεν «καλό» της Κύπρου στην οποία κατά τους ισχυρισμούς της έχουν επεμβατικά δικαιώματα στο πλαίσιο της εγγυητικής της δύναμης και εξουσίας. Επιπρόσθετα, η Τουρκία για να δικαιολογήσει τους εναντίον της προπηλακισμούς και διαμαρτυρίες από τους Τουρκοκύπριους επιρρίπτει την ευθύνη στην ελληνοκυπριακή πλευρά για δήθεν υποκίνηση και εμπλοκή στις διαδηλώσεις.

Όποια όμως και να είναι η πραγματικότητα, την απάντηση την έχουν πάρει ήδη από τους υπηκόους της ούτω-καλούμενης γι’ αυτούς ΤΔΒΚ και για μας Κυπριακής Δημοκρατίας. Μέσα στο πλήθος και στον όχλο που κατακραυγάζει ενάντια στον ετσιθελισμό και την πολιτική χειραγώγηση του ψευδοκράτους, η εμφάνιση της Κυπριακής σημαίας φάνηκε «σαν κεραυνός εν αιθρία» για την κυβέρνηση Έρογλου και Ερντογάν, οι οποίοι στο θέαμά της, εξοργισμένοι, προχώρησαν με κατασταλτικά μέτρα ισχυριζόμενοι πως τέτοιες ενέργειες ενισχύουν την ελληνοκυπριακή πλευρά.

Ας μην εθελοτυφλούν όμως, ο τουρκοκυπριακός λαός έχει ξεκάθαρες αξιώσεις και συμπορεύεται με την ελληνοκυπριακή πλευρά προς την πορεία εξεύρεσης λύσης που θα ικανοποιεί και της δύο πλευρές και θα εξασφαλίζει ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις κάτω από τη στέγη μιας πατρίδας με ενιαία κυριαρχία και διεθνή προσωπικότητα, μακριά από ξένες παρεμβάσεις και μεθοδεύσεις.

Το γεγονός αυτό όμως θα πρέπει να φτάσει στ’ αυτιά των εχόντων επιρροή στην πολιτική σκηνή του Κυπριακού και κατ’ επέκταση στην Τουρκία και να υπερασπιστούν αμερόληπτα τις πανανθρώπινες αξίες της δικαιοσύνης και της αυτοδιάθεσης, και να επιβάλουν πραγματικές κυρώσεις στην Τουρκία για τη πολιτικά «σοβινιστική» της συμπεριφορά απέναντι στους υπηκόους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δεν νοείται να παρακαλεί ο Τούρκος πρωθυπουργός τον Μουμπάρακ ν’ αφουγκραστεί την κατακραυγή και τις ανθρώπινες αξιώσεις του Αιγυπτιακού λαού, και χωρίς δισταγμό να ικανοποιήσει το αίτημα του λαού για αλλαγή ενώ αυτός να το αναιρεί κατάφωρα στην περίπτωση της Κύπρου.

Κάποιος, λοιπόν πρέπει να τους αναγκάσει να παραδεχθούν την αλήθεια, να δηλώσουν εξόφθαλμα ποιοί είναι οι πραγματικοί στόχοι τους στο θέμα του Κυπριακού και να σταματήσουν να παραπλανούν την κοινή γνώμη για δήθεν προστασία των Τουρκοκυπρίων, αυτά τα έλεγαν και παλαιότερα αναφορικά με την εισβολή στο νησί το 1974, όμως κάθε άλλο από υπεράσπιση και ασφάλεια προσφέρουν στους υπηκόους τους, γεγονός που ενδεχομένως να επιφέρει κατάσταση ταραχής και ανομίας στο ψευδοκράτος τους κάτι που οι αλλεπάλληλες διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες έντονα προμηνύουν.

Τετάρτη 2 Φεβρουαρίου 2011

Η άθλια αθλητική κουλτούρα της Κύπρου και τα μέτρα καταστολής του χουλιγκανισμού

Είναι αναμφισβήτητο το γεγονός ότι η αθλητική κουλτούρα και το πνεύμα στην Κύπρο νοσούσαν διαχρονικά και συνεχίσουν ακάθεκτα εκ των πραγμάτων. Οι αξίες του ευ αγωνίζεσθαι, της ευγενούς άμιλλας, του σεβασμού του αντιπάλου, της διαφορετικότητας που πρεσβεύουν τα ολυμπιακά ιδεώδη της αρχαίας Ελλάδας υπονομεύονται κάθε φορά από τις μικροπρεπείς «ιδεολογικές» διαφορές που διχάζουν τις ομάδες, οι οποίες εκτός από πολιτική σύνδεση μπορεί να άπτονται της τοπικής προέλευσης της αντίπαλης ομάδας. Όποια και να είναι όμως η περίπτωση, το θέμα του χουλιγκανισμού και της αντικοινωνικής συμπεριφοράς πρέπει να αντιμετωπισθεί στο σύνολό του, από όλους τους θεσμούς της κοινωνίας συλλογικά. Πρόσφατα, αρκετά γκάλοπ αλλά και σε δημόσιες συζητήσεις αναζητείται επίμονα ο φορέας ευθύνης για το φαινόμενο του χουλιγκανισμού, μεταξύ άλλων περιλαμβάνονται τα πολιτικά κόμματα, τα ποδοσφαιρικά σωματεία, η κυβέρνηση, η αστυνομία, οι ίδιοι οι οπαδοί, κτλ. Η απάντηση όμως σ’ αυτό το ερώτημα εδράζεται κατά κύριο λόγο στην ίδια μας την κουλτούρα, η οποία με τη σειρά της διαμορφώνεται από τους διάφορους θεσμούς της κοινωνίας όπως είναι η εκπαίδευση και κατ’ επέκταση το σχολείο, η θρησκεία και η εκκλησία, η πολιτική, οι τρείς βασικές εξουσίες και τα κόμματα, τα Μ.Μ.Ε. και οι διάφορες λειτουργίες τους, ο στρατός κ.ο.κ.

Δυστυχώς, όταν ακόμη νοσούν και όλοι οι προαναφερθέντες θεσμοί-κλειδιά για τη θεμελίωση μιας λειτουργικής και ευημερούσας κοινωνίας, με ισοκρατικές πολιτικές, ιδεώδη που να προάγουν τον σεβασμό στον πλουραλισμό απόψεων, την ποικιλομορφία, τις ανθρώπινες αξίες επιφέροντας έτσι έστω και σε βάθος χρόνου την κοινωνική αλληλεγγύη, που τόσο λείπει από τον τόπο μας. Ο τομέας της παιδείας ειδικά μαζί με την οικογένεια που αποτελεί τον μικρόκοσμο ενός παιδιού και εκκολαπτόμενου μελλοντικού πολίτη, θα πρέπει να είναι οι πρώτοι που θα πρέπει να λάβουν δράση στην πρόληψη τέτοιων φαινομένων, και να δράσουν ώστε έτσι να καλλιεργήσουν την κριτική σκέψη στις συνειδήσεις των νέων. Πρέπει επίσης και οι ίδιοι οι οργανωτές των κερκίδων να σταματήσουν την παράλογη αυτή και κοινωνικά δομημένη προπαγάνδα περί κομματοποίησης των ομάδων, και ν ‘ αφήσουν ελεύθερα τους καλώς νοούμενους οπαδούς - οι οποίοι στην πλειοψηφία τους είναι έφηβοι που βρίσκονται σ’ ένα κρίσιμο στάδιο διαμόρφωσης της προσωπικής τους ταυτότητας – να απολαμβάνουν το άθλημα χωρίς οχλαγωγίες και δημαγωγίες του τύπου «βάλτε όλοι πράσινο ή πορτοκαλί χρώμα στο προφίλ του facebook» και άλλων προσχεδιασμένων τακτικών που στόχο έχουν την μισανθρωπία ενόψει πάντα των «καυτών» ντέρμπυ.

Η πολιτεία απέτυχε να τα βάλει με τον όχλο των οργανωμένων οπαδών. Αυτοί με τη σειρά τους απειλούν θεούς και δαίμονες, έχουν τεράστια πολιτική δύναμη, διότι πολύ πιθανών εξωκατευθύνονται και τροφοδοτούνται από κάποια κινήματα ή πολιτικά κόμματα. Ο κύκλος είναι φαύλος, λοιπόν. Τα μέτρα καταστολής, με την επιβολή κανονιστικής κουλτούρας απέτυχαν να αμβλύνουν το πρόβλημα. Την παιδεία όμως σκέφτηκε κάποιος να τη χρησιμοποιήσει μακροπρόθεσμα σαν ένα πιθανό αντίδοτο στο πρόβλημα;